Translate

Δευτέρα 17 Οκτωβρίου 2011

ΚΡΗΤΗ : Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ




 


ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ




Το λιμάνι του Χάνδακα τον 19ο αιώνα.
Λιθογραφία από το βιβλίο "Περιηγήσεις στην Αίγυπτο και την Κρήτη" του C.Rochfort Scott.
"Χορός είτε με λύρα, είτε με βόλι, πάντα χορός, ο δρόμος των Ελλήνων" Κ. Παλαμάς
 
Υστερα από 450 χρόνια ενετοκρατίας (1211-1669), η Κρήτη υποδουλώνεται στους Οθωμανούς το 1669. Στις 4 Οκτωβρίου ο Αχμέτ Κιοπρουλής προήλαυνε θριαμβευτικά σε μια άδεια ερημωμένη και κατεστραμμένη πολιτεία του Χάνδακα (σημερινού Ηρακλείου). Αυτή η προέλαση σηματοδοτεί την έναρξη της οθωμανικής κυριαρχίας στο νησί με σκληρά κατασταλτικά μέτρα, όπως δυσβάσταχτη φορολογία του χριστιανικού πληθυσμού και μαζικούς εξισλαμισμούς. Εξάλλου, την εποχή αυτή παρατηρείται το φαινόμενο του κρυπτοχριστιανισμού, καθώς πολλοί Κρήτες διατηρούσαν κρυφά τη χριστιανική τους πίστη.

Παράλληλα, αναπτύσσονται αντάρτικες ομάδες (Χαϊνηδες) που θα αποτελέσουν αργότερα τη βάση για τη συγκρότηση της κρητικής αντίστασης. Με την επανάσταση του Δασκαλογιάννη, εξέχουσας προσωπικότητας των Σφακίων, τον Απρίλιο του 1770, εγκαινιάζεται η χορεία των κρητικών επανα-στάσεων που θα ξεσπάσουν διαδοχικά σε όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Το Μάρτιο του 1821 ξεσπά η μεγάλη εθνική επανάσταση των Ελλήνων, που φτάνει στην Κρήτη τρεις μήνες αργότερα: "Οι κάτοικοι της νήσου Κρήτης, πλήρεις από υψηλόν και ευγενές της ελευθερίας αίσθημα, έλαβον κατά της Οθωμανικής τυραννίας τα όπλα περί τας 14 του μηνός Ιουνίου εν έτει 1821".

Επίσημη προκήρυξη της Γενικής Συνελεύσεως των Κρητών Επαναστατικά κινήματα αναπτύσσονται σε όλο το νησί. Ο αγώνας διήρκησε για 10 σχεδόν χρόνια μέσα από συνεχείς αναζωπυρώσεις και σκληρές απόπειρες καταστολής. Σιγά σιγά οι ηρωικές μορφές πληθαίνουν και όλο και περισσότερα τραγούδια δημιουργούνται για τα κατορθώματα των πολεμιστών. Όμως, το πρωτόκολλο των Μεγάλων Δυνάμεων του 1830 ορίζει ότι η Κρήτη περνάει στη δικαιοδοσία του Μεχμέτ Αλή της Αιγύπτου ως δώρο για τη βοήθειά του προς το Σουλτάνο. Ο αγώνας των Κρητών για την ένταξή τους στο νέο ελληνικό κράτος δε δικαιώνεται: Φωνάζουν κλαίν οι Χριστιανοί "Αφέντη κουμαντάτε να ιδείς πουλιά πετούμενα στσοι δρόμους να περνούσι τα κόκκαλα των Χριστιανώ στα ντόδια να βαστούσι. Όσοι καταλυθήκανε στα όρη κ' εις τα δάση, ποιος είν' απού θα σου τσοι πη και θα τσοι λογαριάση.

Το 1840 με τη συνθήκη του Λονδίνου η Κρήτη αποδίδεται ξανά στο Σουλτάνο. Τα επόμενα 20 χρόνια οι Κρήτες απέχουν από κάθε επαναστατική δραστηριότητα. Η άρνηση όμως του Σουλτάνου να εφαρμόσει στην Κρήτη τις μεταρρυθμίσεις του Χάττι Χουμαγιούν που προέβλεπαν σημαντικά προνόμια στους χριστιανικούς πληθυσμούς της αυτοκρατορίας του σε συνδυασμό με τα σκληρά μέτρα του Γενικού Διοικητή της νήσου Ισμαήλ πασά, οδήγησαν τους Κρήτες στην αιματηρή επανάσταση του 1866 - 1869 για την ένωσή τους με την Ελλάδα. Το σύνθημα των Κρητών "Ένωσις ή Θάνατος" κατά το παλαιότερο "Ελευθερία ή Θάνατος" εκφράζει τον πόθο των Κρητών για ελευθερία και εθνική αποκατάσταση και δικαίως χαρακτηρίζει τον αγώνα τους ως "δεύτερο '21".

Κορυφαίο γεγονός της περιόδου αυτής είναι η πολιορκία και το ολοκαύτωμα της μονής του Αρκαδίου, όπου αυτοπυρπολήθηκαν οι πολιορκημένοι από τους Τούρκους επαναστάτες με παράγγελμα του ηγουμένου Γαβριήλ, στις 8 Νοεμβρίου 1866. Αυτή η πράξη αυταπάρνησης προκάλεσε ισχυρή συγκίνηση στην παγκόσμια κοινή γνώμη: "Η ηρωική Μονή, η δίκην φρουρίου αγωνισαμένη αποθνήσκει ως ηφαίστειον! Τα Ψαρά δεν είναι επικώτερα, το Μεσολόγγι δεν ίσταται υψηλότερον" Β. Ουγκώ Άγιος Βασίλης έρχεται χλωμός και λυπημένος και στο ραβδί εκούμπησε σαν κι ήταν κουρασμένος. βαστούσε πέννα και χαρτί και το χαρτί του λέγει και το διαβάζει γι Άγιος και πικραμένα κλαίγει. "Φέτο να μη γιορτάσετε σαν πρώτα τη γιορτή μου, καλά να με γλυκάνετε, να 'χετε την ευχή μου... Από την Κρήτη πέρασα απ' τα πιστά παιδιά μου... Εκεί 'ναι το περήφανο, το Άγιον Αρκάδι, εις σε σωρό κατάμαυρον, καθώς τον μαύρον Άδη. εκεί πεινούν οι ζωντανοί και κλαίν' οι πεθαμένοι, είναι στον κόσμο άθαφτοι, στον κάμπο ξαπλωμένοι έχει και νιες, έχει και νιους, παιδιά σαν αγγελούδια που τα θερίζει το σπαθί του Τούρκου σαν πουλούδια. Για άλλη μια φορά η επιθυμία των Κρητών για ελευθερία μένει απραγματο-ποίητη, αφού η ευρωπαϊκή διπλωματία στρέφεται υπέρ της Τουρκίας με τον όρο όμως να παραχωρήσει διοικητικά προνόμια στους Κρήτες.

Τελικά, τον Οκτώβριο του 1878 υπογράφεται η σύμβαση της Χαλέπας που προβλέπει μεταξύ άλλων το διορισμό χριστιανού Γενικού Διοικητή Κρήτης και μετατρέπει το νησί σε ένα είδος ημιαυτόνομης επαρχίας με ιδιαίτερα προνόμια. Τα θετικά αποτελέσματα της σύμβασης, όμως, σκιάζουν τα εσωτερικά κομματικά πάθη των Κρητών που οδηγούν στην επιπόλαιη και άκαιρη επανάσταση του 1889 η οποία ακυρώνει τα χριστιανικά προνόμια της Σύμβασης και επαναφέρει την τουρκική τρομοκρατία περασμένων καιρών, ιδιαίτερα κατά το διάστημα 1889-1894.

Το 1895 γεννιέται η ιδέα μιας αυτόνομης ή ημιαυτόνομης πολιτείας με εμπνευστή της το Σφακιανό πολιτευτή Μανούσο Κούνδουρο, πράγμα που αντιμετωπίζεται αρνητικά από τους Τούρκους. Μετά από σειρά νικηφόρων μαχών και τουρκικών ωμοτήτων ο Σουλτάνος-με παρέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων-επαναφέρει τις ρυθμίσεις της Σύμβασης της Χαλέπας. Η αντίδραση όμως του μουσουλμανικού στοιχείου στη Σύμβαση οδηγεί σε νέες συγκρούσεις στο νησί με αποτέλεσμα οι επαναστάτες των Χανίων με ηγέτη το Ελευθέριο Βενιζέλο (καθώς και άλλες επαναστατικές οργανώσεις) να υπογράψουν στις 15 Ιανουαρίου 1897 στο Ακρωτήρι Ψήφισμα που κηρύττει την κατάλυση της τουρκικής κατοχής και την ένωση με την Ελλάδα καλώντας το βασιλιά της Ελλάδας να καταλάβει το νησί. Κάτω από την πίεση αυτή, οι Μεγάλες Δυνάμεις προτείνουν τη λύση της αυτονομίας, την οποία οι Κρήτες και η ελληνική κυβέρνηση αναγκάζονται να τη δεχθούν μετά τον ατυχή ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897. Θέτουν όμως, ως απαράβατο όρο την απομάκρυνση του τουρκικού στρατού από την Κρήτη.

Το νησί τίθεται υπό ευρωπαϊκή προστασία. Ωστόσο, κατά τη μετάβαση στο νέο καθεστώς της αυτονομίας πραγματοποιούνται βιαιότητες κατά των Κρητών αλλά και των Άγγλων από εξαγριωμένους Τούρκους στις 25 Αυγούστου 1898 στο Ηράκλειο με φόνους, εμπρησμούς και λεηλασίες. Το γεγονός αυτό επισπεύδει τη λύση του Κρητικού Ζητήματος με την αποδοχή εκ μέρους των Μ. Δυνάμεων της απομάκρυνσης του τουρκικού στρατού.  

Στις 2 Νοεμβρίου του 1898 οι τελευταίοι Τούρκοι στρατιώτες αποχωρούν οριστικά από το νησί. Εσιγανέψαν οι καιροί κι επάψαν οι γι-ανέμοι, πάψαν και σένα οι στράτες σου, σουλτάνο, απού την Κρήτη. Στην Κρήτη μπλιο σου δεν πατείς, στην Κρήτη δε διαβαίνεις. Ένα μήνα αργότερα, το Δεκέμβριο του 1898, ο πρίγκηπας Γεώργιος, Ύπατος Αρμοστής Κρήτης αποβιβάζεται στα Χανιά.

Η σημαία της νέας Κρητικής Πολιτείας υψώνεται στο κάστρο του Φιρκά. Το φρενήρη ενθουσιασμό του κρητικού λαού στο λιμάνι των Χανίων, απομνημονεύει ο Νικόλαος Καζαντζάκης στον Αλέξη Ζορμπά: Κι αν ήταν κάθε άνθρωπος να διαλέει την Παράδεισό του στον ουρανό σύμφωνα με τα γούστα του - έτσι πρέπει! αυτό θα πει Παράδεισο! - εγώ θα 'λεγα του Θεού: "Θεέ μου, να ναι η Παράδεισό μου μια Κρήτη γεμάτη μερτιές και σημαίες. και να βαστά αιώνια η στιγμή που πατάει ο πρίγκηπας στην Κρήτη". Ο Ύπατος Αρμοστής απευθύνει το πρώτο του διάγγελμα προς τον κρητικό λαό: "Θα καταβάλω πάσαν προσπάθειαν υπέρ της ευημερίας σας, θα φροντίσω να διοικηθήτε καλώς, δικαίως και αμερολήπτως, ν' αποκτήσετε ανεξαιρέτως ασφάλειαν αληθή, ην εγγυάται μόνον το κράτος του νόμου και θεσμοί λυσιτελείς".

Τον Απρίλιο του 1899 σχηματίζεται η πρώτη κυβέρνηση της Κρήτης, με υπουργούς το Βενιζέλο, το Φούμη, τον Κούνδουρο, το Γιαμαλάκη και Γενιτσαράκη. Αμέσως επιδίδεται στο έργο της εσωτερικής ανασυγκρότησης του νησιού. Πολύ σύντομα, όμως, αναδύονται οι πρώτες εσωτερικές διαφωνίες που έμελλε να λάβουν διαστάσεις ανοιχτής σύγκρουσης μεταξύ του πρίγκηπα Γεώργιου και του Ελ. Βενιζέλου. Ο πρώτος παραμένει πιστός στο καθεστώς της αυτονομίας, ενώ ο δεύτερος υποστηρίζει τη δυναμικότερη προώθηση της ένωσης. Τα πράγματα έφτασαν στα άκρα και στις 10 Μαρτίου του 1905 ξεσπά επανάσταση στο Θέρισο εναντίον της Αρμοστείας με επικεφαλής το Βενιζέλο. Αίτημα η απομάκρυνση των ξένων στρατευμάτων από τις κρητικές πόλεις και η αντικατάστασή τους από Κρήτες πολιτοφύλακες. Χωροφυλακή και αγήματα των ξένων δυνάμεων κινούνται εναντίον των επαναστατών που όμως κρατούν σθεναρά.

Σχηματίζεται επαναστατική κυβέρνηση με πρόεδρο το Βενιζέλο και επεκτείνει την επιρροή της σε όλο το νησί αναγκάζοντας τις Μ. Δυνάμεις να δεχτούν τη νέα κατάσταση. Ο πρίγκηπας Γεώργιος παραιτείται στις 12 Σεπτεμβρίου του 1906 και τη θέση του αναλαμβάνει ο Αλέξ. Ζαϊμης. Εκλέγεται πρόεδρος της Ελληνικής Συνελεύσεως των Κρητών και έπειτα πρωθυπουργός της Κρητικής Πολιτείας ο Ελευθέριος Βενιζέλος.

Η Κρητική Κυβέρνηση εκδίδει επίσημο ψήφισμα στις 24 Σεπτεμβρίου του 1908: "Η Κυβέρνησις της Κρήτης διερμηνεύουσα το αναλλοίωτον φρόνημα του κρητικού λαού, κηρύσσει την ανεξαρτησίαν της Κρήτης και την ένωσιν αυτής μετά της Ελλάδος, όπως μετ' αυτής αποτελέση αδιαίρετον και αδιάσπαστον Συνταγματικόν Βασίλειον. Παρακαλεί την Αυτού Μεγαλειότητα, το Βασιλέα ν' αναλάβη τη διακυβέρνηση της νήσου". Η ελληνική σημαία υψώνεται στο φρούριο του Φιρκά. Οι Μεγάλες Δυνάμεις ζητούν επιτακτικά την υποστολή της και επειδή κανένας Κρητικός δε θέλησε να την κατεβάσει, ένα άγημα των Μ. Δυνάμεων μεταβαίνει στο φρούριο του Φιρκά και κόβει τον ιστό. Η Κρητική Κυβέρνηση παραιτείται και η Κρήτη διοικείται από προσωρινές επιτροπές περιμένοντας τη διαμόρφωση μιας ακόμη ευνοϊκής συγκυρίας προκειμένου να οριστικοποιηθεί η ένωση.

Ο Βενιζέλος αναλαμβάνει το Σεπτέμβριο του 1910 την πρωθυπουργία της Ελλάδας. Στο πλαίσιο της διπλωματικής του στρατηγικής δεν επέτρεπε την αποδοχή των Κρητών βουλευτών από το ελληνικό κοινοβούλιο. Η επιλογή του αποδείχτηκε σοφή, καθώς η έκρηξη των βαλκανικών πολέμων το 1912 ανέτρεψε το διεθνές πολιτικό σκηνικό. Οι Κρήτες βουλευτές γίνονται πανηγυρικά δεκτοί στην αίθουσα της βουλής, αλλά ο πρωθυπουργός εξακολουθεί να συνδέει την οριστική ρύθμιση του κρητικού ζητήματος με τον τερματισμό του πολέμου.

Με το άρθρο 4 της συνθήκης του Λονδίνου στις 30 Μαίου 1913 ο Σουλτάνος παραιτείται απ' όλα τα δικαιώματά του στην Κρήτη, η οποία εντάσσεται στην ελληνική επικράτεια ως οργανικό και αναπόσπαστο τμήμα της. Αυτή τη φορά η ελληνική σημαία κυματίζει μόνη της στο φρούριο του Φιρκά, χωρίς κανένας να έχει το δικαίωμα να ζητήσει την υποστολή της.

Στο ίδιο μέρος όπου άλλοτε κυμάτιζε η τουρκική σημαία, στήνεται μαρμάρινη επιγραφή:

ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ ΕΝ ΚΡΗΤΗ 1669-1913 ΗΤΟΙ, 267 ΕΤΗ, 7 ΜΗΝΕΣ, 7 ΗΜΕΡΑΙ ΕΤΗ ΑΓΩΝΙΑΣ




Μουσική και χοροί των Κρητών


Πήλινο ομοίωμα του 15ου π.χ. αιώνα από το Παλαίκαστρο της Σητείας αποδίδει
ανοιχτό κυκλικό χορό με τρεις γυναίκες που κρατιούνται από τα χέρια, ενώ μια άλλη παίζει τη λύρα.
(Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου)

Ο Κρητικός από την απώτατη αρχαιότητα μέχρι τις ημέρες μας συνδέει κάθε στιγμή του κοινωνικού του βίου με τη μουσική και το χορό. Στη συγκομιδή, στην ανάπαυλα, στις ιερές τελετουργίες και γιορτές, στο γάμο, στη γέννηση, στο θάνατο και στο μοιρολόι, σε κάθε ευκαιρία ο Κρητικός τραγουδά. Τραγουδά και χορεύει τις χαρές, τις λύπες, την κακοτυχιά, το σεβντά, την ανδρεία. Ιστορικά και λογοτεχνικά, αποδεικνύεται ότι η μουσική και ο χορός διατηρούν το δυναμισμό τους από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας.

Τα τραγούδια και οι χοροί της Κρήτης ποικίλλουν. Διαφέρουν από νομό σε νομό, από επαρχία σε επαρχία, ακόμη και ανάμεσα στα χωριά. Το ίδιο συμβαίνει και με τα μουσικά όργανα.


α. Μουσικά όργανα



Τα μουσικά όργανα χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τις περιστάσεις. Για μεγάλα γλέντια, πανηγύρια και γάμους χρησιμοποιείται η λύρα ή το βιολί συνοδεία λαγούτων ή και κιθάρας. Στην ανατολική Κρήτη χρησιμοποιείται ως συνοδευτικό όργανο το νταουλάκι και τα γερακοκούδουνα (μικρά κουδουνάκια στερεωμένα στο παλαιϊνό χοντρό κρητικό δοξάρι της λύρας). Η λύρα έχει τρεις βασικές μορφές. Οι δύο πρώτες είναι αχλαδόσχημες. Το λυράκι με μικρό ρηχό σκάφος και οξύ ήχο, το οποίο απαντάται και στα Δωδεκάνησα, στη Θράκη και στη Μακεδονία και η βροντόλυρα με μεγάλο βαθύ σκάφος και έντονο βαρύ ήχο. Ακόμη, σύντομη πορεία είχε η εμφάνιση -στα χρόνια του μεσοπολέμου- της βιολόλυρας η οποία παίζεται σπανίως σήμερα.

Η λύρα που έχει επικρατήσει και ακούγεται σήμερα στην Κρήτη, οφείλει το σχήμα και την απόδοσή της στο Μανώλη Σταγάκη ο οποίος κατασκεύασε γύρω στα 1940 τη σημερινή κρητική λύρα, η οποία καθιερώθηκε το 1950. Οι λύρες κατασκευάζονται από ξύλο μαύρης μουρνιάς, καρυδιάς ή ασφεντάμου. Για τις μικρότερες "καθιστικές" παρέες ή για τα "κλειστά" οικογενειακά γλέντια, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και το μαντολίνο ή η μαντόλα. Τα όργανα αυτά εξυπηρετούν την εκτέλεση χιλιάδων αυτοσχέδιων "μαντινάδων" (διστίχων) στο ρυθμό της κοντυλιάς (Σιγανού χορού-Πεντοζάλη) ή του Αργού τραγουδιστικού Συρτού. Πρέπει να αναφερθεί και το μπουλγαρί, το οποίο σήμερα σπανίζει στις κρητικές μουσικές βραδιές.

Το πιο διαδεδομένο όργανο στην Κρήτη, που χρονολογείται από την εποχή του Ερωτόκριτου και έφτασε έως σήμερα με ορισμένες παραλλαγές, πρέπει να θεωρηθεί το λαγούτο. Ο ίδιος ο Ερωτόκριτος: "Ήπαιρνε το λαγούτον του και σιγανοπορπάτει /κ' εχτύπα ν-το γλυκιά γλυκιά ανάδια στο παλάτι. Ήτον η χέρα ζάχαρη, φωνή 'χε σαν τ' αηδόνι /κάθε καρδιά να του γροικά κλαίει κι αναδακρυώνει Κι αυτόνος ο τραγουδιστής κι αυτός ο λαγουτάρις /είναι μεγάλη δύναμις, είναι μεγάλη χάρις" Αλλά ας μην λησμονούμε την ασκομαντούρα (άσκαυλος), όργανο αρχαιότατο κυρίως ποιμενικό, το οποίο σήμερα τείνει να εξαφανιστεί. Το ίδιο συμβαίνει με τα θιαμπόλια ή σφυροχάμπιολα (ποιμενικοί αυλοί). Στο μοναστήρι του Αγίου Φανουρίου βρίσκεται αγιογραφία του 15ου αιώνα μ.Χ. που εικονίζει τον Άγιο Φανούριο να παίζει ασκομαντούρα.

Τα όργανα που προαναφέρθηκαν εξυπηρετούν επαξίως όλες τις μουσικοχορευτικές ανάγκες του νησιού και σφυρηλατήθηκαν μέσα στο χρόνο σύμφωνα με τις ιδιαιτερότητες της ψυχοσύνθεσης του Κρητικού. Είναι πολύ εύκολο να "στελιώσει" ένα γλέντι στην Κρήτη. Καλοί μεζέδες, άφθονο κρασί και τσικουδιά, οι πρόθυμοι οργανοπαίκτες, οι αυτοσχέδιοι στιχοπλόκοι, "μαντιναδολόγοι", οι καλλίφωνοι τραγουδιστές των ριζίτικων, και η παρέα έδεσε. Μέχρι το πρωί ανταλλάσσονται μαντινάδες ή ριζίτικα που περιέχουν χιλιάδες πρωτότυπα θέματα. Η κυριότερη τάση της παρέας ρέπει προς το σεβντά με ή χωρίς ανταπόκριση, καθώς και στις ικανότητες των συνδαιτυμόνων στη δουλειά, στο κυνήγι, στα άρματα κλπ. Τα ριζίτικα είναι τραγούδια που αιώνες ζουν στην Κρήτη και τραγουδιούνται μέχρι σήμερα από το λαό της, παραδεδομένα από στόμα σε στόμα, και αποτελούν την ιερή παρακαταθήκη και τον άρρηκτο σύνδεσμο της ελληνικότητάς μας. Μερικά έχουν τις ρίζες τους στα υστεροβυζαντινά και μεταβυζαντινά χρόνια. Έχουν περιεχόμενο ιστορικό, θρησκευτικό και κοινωνικό, φυσιολατρικό και ερωτικό και με σκοπούς λιτούς, βυζαντινούς και δωρικούς, ατενίζουν τη ζωή και το θάνατο με το πάθος και τη μεγαλοπρέπεια της κρητικής φυλής. Το στόμα από ένα σημείο και έπειτα δεν μπορεί να περιγράψει τις ψυχικές εντάσεις της βραδιάς και τότε αλλάζει ο κώδικας. Μιλά ο χορός.



Στη φωτογραφία αυτή του 1939 άνδρες και γυναίκες χορεύουν γύρω από τους καθισμένους μουσικούς.
(Φωτ. Γκιζίκη)
β. Χοροί


Πεντοζάλης. Σιγανός και γρήγορος πεντοζάλης Ο Σιγανός Πεντοζάλης αποτελεί την ήρεμη, σεμνή και τελετουργική εισαγωγή των χορευτών στον ορμητικό και θυελλώδη γρήγορο Πεντοζάλη. Χορολογικώς, πρόκειται για συρτό χορό με δίσημο μέτρο (2/4), ο οποίος παρουσιάζει αρκετή ομοιότητα με τους Συρτούς στα Τρία της υπόλοιπης Ελλάδας. Ο σιγανός Πεντοζάλης παρουσιάζει σχετικές παραλλαγές ,ανάλογα με τον τόπο όπου τον συναντάμε, τόσο ως προς τα βήματα όσο και ως προς τις λαβές.

Στην Ανατολική Κρήτη επικρατεί η λαβή απ' τους ώμους, ενώ στο Ρέθυμνο επικρατεί η λαβή από τα χέρια με τους πήχεις και τους βραχίονες να εφάπτονται, παρόμοια προς το Τσακώνικο. Στην κωμόπολη Μοίρες και στην ευρύτερη περιοχή της Μεσσαράς Ηρακλείου, καθώς και σ' αρκετές περιοχές του νομού Λασιθίου, ο σιγανός Πεντοζάλης είναι ο χορός της Νύφης, που χορεύεται ως προέκταση της Γαμήλιας ιερής Τελετουργίας, στον περίβολο της Εκκλησίας, αμέσως μετά τη στέψη του ανδρόγυνου.

Παρουσιάζει ένα θέαμα άκρως τελετουργικό με λαβή σταυρωτή (δέσιμο χιαστί, όπως στην "Τράτα" των Μεγάρων), όπου τα χέρια των χορευτών πλέκονται σφιχτά μεταξύ τους, συμβολίζοντας τους στενούς πλέον δεσμούς των δύο οικογενειών. Ο γρήγορος Πεντοζάλης θεωρείται ο παλαιότερος, ο κυριότερος και ο δημοφιλέστερος πηδηχτός χορός της Κρήτης. Αρκετοί μελετητές ανάγουν την προέλευσή του στις ανατολικές επαρχίες, σήμερα όμως έχει καθιερωθεί και χορεύεται με πάθος σ' όλο το νησί. Μαρτυρείται ότι παλαιότερα χορευόταν μόνο από άντρες, συνήθως οπλισμένους, γεγονός που οδηγεί στη συσχέτιση του με τους αρχαίους πολεμικούς χορούς. Την ονομασία του την οφείλει στα πέντε βήματα που τον αποτελούν, τα οποία στην Κρήτη ονομάζονται "ζάλα".

Συρτός. Ο Συρτός χορός έχει επικρατήσει και με το όνομα Χανιώτης ή Χανιώτικος, ένεκα της θεωρούμενης προέλευσής του από την ευρύτερη περιοχή του νομού Χανίων. Στηριζόμενος στο μουσικό μέτρο των 2/4, παρουσιάζει πάμπολλες παραλλαγές και ιδιομορφίες από περιοχή σε περιοχή, ως προς τις μελωδίες, τα βήματα και το ύφος. Έτσι έχουμε τα Κισσαμίτικα, Σελινιώτικα, Αποκορωνιώτικα, Ρεθυμνιώτικα, Μεσσαρίτικα συρτά, καθώς και άλλα που μπορεί να προσδιορίζονται μόνο από το χωριό καταγωγής του εμπνευστή τους που στη συνέχεια καθιερώθηκαν π.χ. Λουσακιανός και Εννιαχωριανός, Κολυμπαριανός, Καλεργιανός, Κεφαλοβρυσανός, Γαβαλοχωριανός κ.ά.

Η τοιχογραφία της χορεύτριας από το διαμέρισμα της βασίλισσας στο ανάκτορο της Κνωσσού.
(Αρχαιολογικό μουσείο Ηρακλείου, περίοδος: 1500-1450 π.χ.)

Mαλεβυζιώτης. Στην Κρήτη και ιδιαιτέρως στην ανατολική επικρατούν οι γρήγοροι και έντονα φορτισμένοι πηδηχτοί χοροί. Ο πιο διαδεδομένος πηδηχτός χορός είναι ο Μαλεβυζιώτης ή Καστρινός ή Ηρακλειώτικος Πηδηχτός. Την πρώτη ονομασία οφείλει στην ομώνυμη επαρχία Μαλεβυζίου, όπου και χορεύεται με ιδιαίτερη τέχνη και από όπου προέρχονται πλείστοι καλοί χορευτές. Στο Μαλεβυζιώτη ο χορευτής παρουσιάζει όλη του τη σβελτάδα και την ταχύτατη δεξιοτεχνία με την οποία εναλλάσσει τις φιγούρες των ποδιών, χτυπώντας ταυτόχρονα και ρυθμικά τα χέρια του σ'αυτά. Σε παλαιότερες εποχές υπό τη μουσική του Μαλεβυζιώτη συνήθιζαν να αμιλλώνται στον όσο πιο ανάλαφρο χορό.

Έτσι χόρευαν πάνω στην "πλάτη" μιας καρέκλας ή στον ώμο του λυράρη με τέτοια ταχύτητα και αλαφράδα ώστε να μην τον βαραίνουν αλλά και να μη χάνουν την ισορροπία τους. Εκτός από το Μαλεβυζιώτη, υπάρχει και ο Σητειακός Πηδηχτός, που εκτελείται ως επί το πλείστον με βιολί, καθώς και ο Μεσσαρίτικος. Στα Χανιά οι πηδηχτοί ονομάζονται Σούστες (π.χ. Καστρινή Σούστα) και ενώ δεν είναι ιδιαίτερα διαδεδομένοι, εξαιρετικώς στο χωριό Ρούματα της επαρχίας Κισσάμου χορεύεται από άνδρες μια παραλλαγή του πηδηχτού, η Ρουμαθιανή Σούστα.

Σούστα. Η Σούστα, χορός πηδηχτός που χορεύεται σε ζευγάρια, παρά την απλή της βηματική φόρμα παρουσιάζει δεκάδες παραλλαγές ως προς τις φιγούρες και το ύφος αναλόγως προς το ζευγάρι που τη χορεύει. Θεωρείται χορός αστικής προέλευσης, και ομοιάζει με τους ζευγαρωτούς χορούς του Μεσαίωνα. Στην περιοχή της Ρεθύμνης, όπου και έχει ιδιαιτέρως επικρατήσει η Σούστα, ξεκινά σε μορφή κύκλου απ' όπου εν συνεχεία αποσπώνται ένα-ένα τα ζευγάρια, χορεύοντας σε στοίχους ή ελεύθερα.

Τις εποχές όπου οι κοινωνικές σχέσεις μεταξύ των δύο φύλων ήταν ελεγχόμενες έως αδύνατες, η Σούστα, ως ο μόνος ζευγαρωτός χορός του νησιού, αποτελούσε την καλύτερη ευκαιρία συνάντησης των νέων των παραδοσιακών κοινωνιών. Η παρατήρηση του χορού μας δίνει την εντύπωση μάχης, με χορευτικές επιθέσεις των ανδρών έναντι των γυναικών που αμύνονται. Την πρωτοβουλία στο χορό διαθέτει ο άνδρας με τα μάτια και με το σώμα. Όσο δε περισσότερες και πoλυπλoκότερες φιγούρες των ποδιών και διακλαδώσεις των χεριών επιτύχει, τόσο πιο άξια θα αναδειχτεί νικητής.



ΚΡΗΤΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ



Γιώργος Κόρδης. Η Τζόγια
(Αυγοτέμπερα σε ξύλο)
 

Το Κρητικό θέατρο αναπτύχθηκε τον 16ο αιώνα στην Βενετοκρατούμενη αστική κοινωνία των Κρητών. Οι οικονομικές και κοινωνικές ανακατατάξεις που συντελέστηκαν στην Κρήτη στο δεύτερο μισό κυρίως του 16ου αιώνα δημιούργησαν τις προϋποθέσεις για να διαμορφωθεί στις κρητικές πόλεις μια κοινωνία με βασικά χαρακτηριστικά την κοινωνική συνοχή αλλά και τη χειραφέτησή της από τη στενή θρησκευτικότητα του Μεσαίωνα. Σ' αυτήν την πνευματικά ελεύθερη κρητική κοινωνία του αναγεννησιακού και ελληνικού πνεύματος ακμάζει το λογοτεχνικό είδος του θεάτρου.

Ένας απ' τους εκφραστές του ήταν ο ευγενής Βιτσέντζος Κορνάρος που συνέγραψε το έξοχο ερωτικό μυθιστόρημα του "Ερωτόκριτου": "...όποιος του πόθου εδούλεψε εισέ καιρό κιανένα ας έρθη για να αφουκραστεί ότι' ναι εδώ γραμμένα... "Κ' ίντα δεν κάνει ο Έρωτας σε μια καρδιά π' ορίζει σαν την νικήση ουδέ καλό ουδέ πρεπό γνωρίζει". Η ομορφιά της νιότης, του Έρωτα, της Θάλασσας, των αλόγων των φορεμάτων και του αγώνα συνδυάζονται στο αριστούργημα της ώριμης κρητικής λογοτεχνίας, τον Ερωτόκριτο. Δημιουργός αυτού του έμμετρου ερωτικού μυθιστορήματος ο Βιτσέντζος Κορνάρος την εποχή της Βενετοκρατίας (1600 - 1610).

Η γλώσσα του έργου είναι έντονα ιδιωματική με στοιχεία απ' τη νεοελληνική κοινή και χαρακτηρίζεται από ενάργεια, εκφραστική δύναμη και λυρική γοητεία. Σκοπός του ποιητή είναι να παρουσιάσει έναν ποιητικό κόσμο εξιδανικευμένο, μακριά από το καθημερινό, αντίστοιχο προς τον ιπποτικό κόσμο των μεσαιωνικών παραδόσεων της Δυτικής Ευρώπης σε συγκερασμό με στοιχεία απ' τον ελληνικό πολιτισμό.

Υπόθεση Ερωτόκριτου. Ο ποιητής μέσα σε 10.000 στίχους εξιστορεί τις φάσεις που πέρασε η αγάπη των νέων, της Αρετούσας και του Ερωτόκριτου, ώσπου να καταλήξει στο ευτυχισμένο τέλος, το γάμο. Κατά την εξιστόρηση αυτή δίνεται η ευκαιρία στο ποιητή να αφηγηθεί και τις "ταραχές των αρμάτων" και "τση φιλιάς τη χάρη". Η βασιλοπούλα Αρετούσα αγάπησε ένα απ' τα αρχοντόπουλα του παλατιού, τον Ερωτόκριτο. Η κοινωνική διαφορά όμως εμποδίζει το γάμο και ο Ερωτόκριτος εξοργίζεται. Πριν φύγει ο νέος αρραβωνιάζεται μυστικά με την Αρετούσα και ορκίζονται αιώνια αγάπη και πίστη.

Ο πατέρας της, ο βασιλιάς της Αθήνας, Ηράκλης, θέλει να παντρέψει την κόρη του με το ρηγόπουλο του Βυζαντίου, αλλά η Αρετούσα αρνιέται, και ο πατέρας της την κλείνει σε μια σκοτεινή φυλακή μαζί με τη Νένα που την ανάθρεψε. Στον τρίτο χρόνο απάνω ο βασιλιάς των Βλάχων εισβάλλει στο βασίλειο του Ηράκλη και προκαλεί καταστροφές. Ο Ερωτόκριτος μεταμορφωμένος σε Σαρακηνό σπεύδει να βοηθήσει το βασιλιά, τον σώζει από βέβαιη αιχμαλωσία και αλλάζει την πορεία του πολέμου. Οι δυο βασιλιάδες αποφασίζουν να κριθεί η τύχη του πολέμου με μονομαχία. Διαλέγονται από τους Βλάχους ο Άριστος και από τους Αθηναίους ο Ερωτόκριτος (μεταμορφωμένος).

Στην άγρια και σκληρή πάλη σκοτώνεται ο Άριστος αλλά και ο Ερωτόκριτος πληγώνεται βαριά. Οι εχθροί νικημένοι αποχωρούν. Για τις υπηρεσίες του Ερωτόκριτου ο βασιλιάς πρότεινε να του χαρίσει το μισό βασίλειο. Ο Ερωτόκριτος όμως δε δέχεται και ζητά σε γάμο την Αρετούσα . Αυτή αρνιέται. Όταν όμως φανερώνεται ποιος είναι, παντρεύονται με τη συγκατάθεση του βασιλιά και τη χαρά όλων.


ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ 
ΓΙΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΠΟΥ ΑΣΧΟΛΗΘΗΚΑΝ ΜΕ ΗΝ ΣΥΝΤΑΞΗ ΤΟΥ ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΟΣ
 

Το αφιέρωμα στη Κρήτη ήταν ένα δύσκολο, επίμοχθο αλλά και γοητευτικό εγχείρημα. Δύσκολο, λόγω της μύησης στο γλωσσικό κρητικό ιδίωμα αλλά και στον επιδέξιο και περίτεχνο κρητικό χορό. Επίμοχθο, γιατί η μύηση αυτή επέβαλε συστηματική προσπάθεια και δουλειά ...απ΄ όλους. Τέλος, γοητευτικό, γιατί μέσα από τη ζωντάνια και την πηγαία λυρική έκφραση οι μαθητές βίωσαν αισθητικά και πνευματικά ένα αξιόλογο κομμάτι της νεοελληνικής πολιτιστικής παράδοσης.


Τα μάτια δεν καλοθωρού στο μάκρεμα του τόπου,
μα πλιά μακρά και πλιά καλά θωρεί η καρδιά του ανθρώπου,
εκείνη βλέπει στα μακρά και στα κοντά γνωρίζει
και σ' ένα τόπο βρίσκεται κ' εισέ πολλούς γυρίζει.
 
Είναι βαθιά ελκυστική και συνάμα γόνιμη η μέθεξη με την ψυχή και το πνεύμα του πολιτισμού μας.
Η βιωματική επαφή με τη λαογραφία και τη λογοτεχνία του τόπου μας αποκαλύπτει τη δυναμική πολυμορφία του Ελληνικού Πολιτισμού που μέσα από τη μακραίωνη πορεία του,
μπορεί με την ίδια αναλλοίωτη και άφθαρτη ορμητικότητα να πλουτίζει τη νόησή μας και να ενισχύει,
όχι μόνο την εθνική, αλλά και την ανθρωπιστική συνείδησή μας.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

* Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, εκδοτική Αθηνών, τόμοι ΙΓ΄, ΙΔ΄, ΙΕ΄.
* Θέματα Νεοελληνικής Ιστορίας, Γ΄ τάξης ενιαίου λυκείου (Θεωρητικής κατεύθυνσης), Ο.Ε.Δ.Β.
* Λίτσα Χατζοπούλου, Κρήτη Ανδρών Κρηταγενών Χώρα, εκδ. Υπουργείου Εθνικής Αμύνης - Επιτελείου Υπουργού (ΕΠΥΕΘΑ)
* Γ. Σπυριδάκης, Ελληνική Λαογραφία, τεύχος Δ΄ - δημοτική ποίηση, Αθήνα 1971
* Εφημερ. Έθνος, περιοδ. "Πατριδογνωσία", 20 Απριλίου 2003, τεύχος 62
* Εφημερ. Καθημερινή, "Επτά ημέρες",17 Οκτωβρίου 1999
* Παναγιωτάκης Ιωάννης, κείμενα από αφιέρωμα της Πανεπιστημιακής Λέσχης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών για την Κρήτη.
* Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Γ΄ γυμνασίου, Ο.ΕΔ.Β.
* Ιωάννης Θεμ. Τσουχλαράκης, ΄΄Οι χοροί της Κρήτης - Μύθος, Ιστορία, Παράδοση΄΄, Κέντρο Σπουδής Κρητικού Πολιτισμου
* Χρυσούλα Τζομπανάκη, ΄΄Θαλασσινή Τριλογία του Χάνδακα΄΄.
* Γιώργος Κόρδης, ΄΄Τσ΄ αγάπης το καμίνι΄
* Ο Ερωτόκριτος του Βιτσέντζου Κορνάρου. Τα μάτια δεν καλοθωρού στο μάκρεμα του τόπου, μα πλιά μακρά και πλιά καλά θωρεί η καρδιά του ανθρώπου, εκείνη βλέπει στα μακρά και στα κοντά γνωρίζει και σ΄ ένα τόπο βρίσκεται κ΄ εισέ πολλούς γυρίζει.


ΑΦΙΕΡΩΜΑ: 1913-2003 : 90 χρόνια από την επίσημη ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα

Πηγή:
http://www.manesis.gr/kriti/kriti.htm

Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2011

Η Σύμβαση της Χαλέπας







Συμφωνία, με την οποία ο Σουλτάνος παραχώρησε μια σειρά προνομίων στους χριστιανούς υπηκόους του στην Κρήτη, σε συνέχεια του Οργανικού Νόμου του 1868, τα οποία ουσιαστικά ισοδυναμούσαν με την παροχή καθεστώτος ημιαυτονομίας στη Μεγαλόνησο. Υπογράφτηκε στις 3 Οκτωβρίου  1878 στο προάστιο των Χανίων, Χαλέπα.

Τον Ιανουάριο του 1878 το πολυπληθές χριστιανικό στοιχείο της Κρήτης ξεσηκώθηκε για μία ακόμη φορά κατά του οθωμανού δυνάστη, θέλοντας να εκμεταλλευθεί τη δυσμενή για τους Τούρκους εξέλιξη του Ρωσοτουρκικού Πολέμου και να επιτύχει την πολυπόθητη Ένωση με τη μητέρα Πατρίδα. Συγκρότησε την «Παγκρήτιο Επαναστατική Επιτροπή» στο Φρε Αποκορώνου, έχοντας εξασφαλίσει την υποστήριξη της Αθήνας και του πρωθυπουργεύοντος Χαρ Τρικούπη (27 Δεκ 1877) 

Από την πλευρά του, ο Σουλτάνος Αμπντούλ Χαμίντ Β' με την προτροπή της Αγγλίας αναζήτησε πολιτική λύση στο αναφυέν πρόβλημα. Απέρριπτε, όμως, τα αιτήματα των χριστιανών, που ζητούσαν αυτονομία της Κρήτης και χριστιανό διοικητή ως ηγεμόνα. Η κίνησή του αυτή εξόργισε τους επαναστάτες, οι οποίοι μέχρι τα τέλη Μαρτίου είχαν θέσει υπό τον έλεγχό τους την κρητική ύπαιθρο, περιορίζοντας τους μουσουλμάνους στα φρούρια των μεγάλων πόλεων.

Η ραγδαία αυτή εξέλιξη δημιούργησε προς στιγμήν ελπίδες ότι η Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα ήταν πολύ κοντά. Διαψεύστηκαν, όμως, όταν το Συνέδριο του Βερολίνου (13 Ιουνίου-13 Ιουλίου 1878), που συγκάλεσαν οι Μεγάλες Δυνάμεις, απέρριψε το σχετικό αίτημά τους, υποδεικνύοντας στην Τουρκία να προχωρήσει σε νέες παραχωρήσεις προς τους Χριστιανούς της Κρήτης.




Πράγματι, στις 3 Οκτωβρίου 1878 υπογράφηκε η Σύμβαση ή Χάρτης της Χαλέπας, που χορηγούσε καθεστώς ημιαυτονομίας στη Μεγαλόνησο. Οι κυριότερες διατάξεις προέβλεπαν τα εξής:
  • Ο Γενικός Διοικητής της Κρήτης θα μπορούσε να είναι και χριστιανός. Η θητεία του ήταν πενταετής, με δυνατότητα ανανέωσης.
  • Ο Γενικός Διοικητής θα είχε ένα σύμβουλο από το άλλο θρήσκευμα (μουσουλμάνο αν ήταν χριστιανός και χριστιανό αν ήταν μουσουλμάνος).
  • Γενική Συνέλευση (Βουλή), στην οποία θα πλειοψηφούσαν για πρώτη φορά οι χριστιανοί, θα είχε 80 μέλη (49 χριστιανούς και 31 μουσουλμάνους).
  • Ίδρυση αστυνομικού σώματος με την επωνυμία Κρητική Χωροφυλακή, που θα στελεχωνόταν αποκλειστικά από ντόπιους.
  • Αναγνώριση της ελληνικής ως επίσημης γλώσσα των δικαστηρίων και της Γενικής Συνέλευσης. Μόνο τα επίσημα πρακτικά, οι αποφάσεις των δικαστηρίων και η επίσημη αλληλογραφία θα συντάσσονταν και στις δύο γλώσσες.
  • Χορήγηση γενικής αμνηστίας σε όσους είχαν λάβει μέρος στην εξέγερση του 1878 και άδεια οπλοφορίας στους Κρητικούς, με την οποία θα μπορούσαν να κρατήσουν τα όπλα τους.
  • Θεσμοθέτηση σημαντικών φορολογικών ελαφρύνσεων.
  • Παραχώρηση για πρώτη φορά του δικαιώματος για την ίδρυση φιλολογικών συλλόγων και την έκδοση εφημερίδων.
Τη συμφωνία υπέγραψαν από Οθωμανικής πλευράς ο βαλής της Κρήτης (γενικός διοικητής) Κωστάκης Αδοσίδης Πασάς, ο στρατηγός Μουχτάρ Πασάς και ο Σελίμ Εφέντι, ενώ από χριστιανικής πλευράς οι εκπρόσωποι της «Παγκρητίου Επαναστατικής Επιτροπής», Γεώργιος Παπαδοπετράκης, Κωσταρός Βολουδάκης, Ιωάννης Σφακιανάκης, Χαρίλαος Ασκούτσης, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, Αντώνιος Μιχελιδάκης, Ζ. Θειακάκης, Κυριάκος Χατζηδάκης, Στυλιανός Σταυρούδης, Αντώνιος Σήφακας και Α. Μενεγίδης.

Η Σύμβαση επικυρώθηκε τις αμέσως επόμενες μέρες με φιρμάνι του Σουλτάνου, ο οποίος τον Νοέμβριο του 1878 διόρισε βαλή της Κρήτης τον ελληνικής καταγωγής χριστιανό αξιωματούχο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, Ισκεντέρ Πασά (Αλέξανδρο Καραθεοδωρή).

Η Σύμβαση της Χαλέπας εφαρμόστηκε μέχρι την επόμενη εξέγερση των Κρητικών το 1889. Τα 11 χρόνια της εφαρμογής της αθετήθηκε πολλάκις από την Οθωμανική διοίκηση, όπως και ο Οργανικός Νόμος του 1868, και υπονομεύτηκε από την οξεία πολιτική και κομματική διαμάχη μεταξύ «Καραβανάδων» (συντηρητικών) και «Ξυπόλυτων» (φιλελεύθερων).

http://www.daypress.gr/index.aspx?aid=14111&cid=31